Τα σπάργανα της Υπαπαντής του Χριστού (Sacer Panniculus Christi). Σκευοφυλάκιο Ρωμαιοκαθολικού Καθεδρικού του Ντουμπρόβνικ, Κροατία. |
Η Υπαπαντή είναι Δεσποτική και Θεομητορική εορτή της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στην οποία εορτάζεται η "προσφορά" του Ιησού στο Ναό από την μητέρα Του Μαρία και τον θετό Του πατέρα Ιωσήφ, σαράντα ημέρες μετά τη γέννησή Του. Ήταν μια παράδοση για τα πρωτότοκα αγόρια που την τήρησαν οι κηδεμόνες του Ιησού ως πιστοί Εβραίοι. Κατ' αναλογία σήμερα είναι ο "σαραντισμός" που τελούν οι μητέρες με το παιδί στον χριστιανικό ναό.
Στο ναό του Σολομώντα όπου έγινε η τελετή, συνάντησαν δύο πρόσωπα με προφητικό χάρισμα, τον γέροντα Συμεών και την γερόντισσα Άννα (Άννα η προφήτις, όχι τη μητέρα της Μαρίας). Και οι δύο αναγνώρισαν στο πρόσωπο του βρέφους τον Μεσσία και προφήτευσαν σχετικά με το λυτρωτικό έργο του προσαγομένου βρέφους. Το περιστατικό αναφέρεται στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο (β΄, 22-40).
Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωυσέως, ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου ὅτι πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται, καὶ τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν νόμῳ Κυρίου, ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν. Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν Ἱεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν Ἅγιον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου. Καὶ ἦλθεν ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν· καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον Ἰησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν. Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ. Καὶ ἦν Ἰωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ. Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς Συμεὼν καὶ εἶπε πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί. Καὶ ἦν Ἄννα προφῆτις, θυγάτηρ Φανουήλ, ἐκ φυλῆς Ἀσήρ· αὕτη προβεβηκυῖα ἐν ἡμέραις πολλαῖς, ζήσασα ἔτη μετὰ ἀνδρὸς ἑπτὰ ἀπὸ τῆς παρθενίας αὐτῆς, καὶ αὐτὴ χήρα ὡς ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων, ἣ οὐκ ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν· καὶ αὕτη αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ Κυρίῳ καὶ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ. Καὶ ὡς ἐτέλεσαν ἅπαντα τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς τὴν πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ. Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι πληρούμενον σοφίας, καὶ χάρις Θεοῦ ἦν ἐπ᾿ αὐτό.
Η εορτή της Υπαπαντής, ανήκει στις εορτές του δωδεκάορτου, δηλαδή τις σημαντικότερες δώδεκα εορτές της Εκκλησίας.
Η εορτή της Υπαπαντής (Candlemas), είναι επίσης και μία από τις σπουδαιότερες εορτές της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας.
Τα σπάργανα της Υπαπαντής του Χριστού είναι ένα κειμήλιο που αποθησαυρίζεται στο θησαυροφυλάκιο του ρωμαιοκαθολικού καθεδρικού ναού του Ντουμπρόβνικ της Κροατίας (η Ραγκούζα των βυζαντινών), ανάμεσα σε πολλά άλλα κειμήλια και λείψανα.
Ντουμπρόβνικ, Κροατία |
Διαβάστε περισσότερα παρακάτω:
Τα σπάργανα της Υπαπαντής του Χριστού (Sacer Panniculus Christi). |
Σύμφωνα με τοπικές παραδόσεις, περίπου το 1030, κάποιος ιερέας με το όνομα Ιβάν, επιστρέφοντας από την Αίγυπτο ή τους Αγίους Τόπους, καθοδόν για τη Βενετία, πέρασε από την Ραγκούζα και βρήκε την ευκαιρία να επισκεφθεί έναν γνωστό του, τον τοπικό ιερέα Srđo. Με την ευκαιρία αυτή, του εμπιστεύτηκε ένα μολύβδινο κουτί για φύλαξη, με τη σημείωση να μην το ανοίξει για τουλάχιστον δέκα χρόνια ή μέχρι να επιστρέψει. Ο Srđ έκρυψε το κουτί στην εκκλησία, κάτω από πέτρινες πλάκες. Επιστρέφοντας από ένα ταξίδι στους Αγίους Τόπους, ο Srđ βρήκε επισκοπικό μέγαρο (!) στη θέση της εκκλησίας, αλλά κατάφερε παρόλα αυτά να βρει το κουτί και να το εμπιστευτεί στον αρχιεπίσκοπο του Ντουμπρόβνικ Βιτάλιο. Ή κατά άλλη παράδοση, το θαμμένο κειμήλιο ανέδιδε κάποιο φως, το οποίο και οδήγησε στην ανακάλυψή του. Μαζί με το περιεχόμενο, βρήκαν και μια επιστολή που επιβεβαίωνε τη γνησιότητα του λειψάνου και ότι το περιεχόμενο ήταν τα σπάργανα της Υπαπαντής του Χριστού. Ο αρχιεπίσκοπος κράτησε μυστικό την ανεύρεση του λειψάνου, και μόλις λίγο πριν τον θάνατό του, το εμπιστεύτηκε σε μία μοναχή ή κατ' άλλους στην ηγουμένη ενός κοντινού μοναστηριού από το τάγμα των Βενεδικτίνων, η οποία και πάλι το κράτησε μυστικό μέχρι τον θάνατό της. Μετά τον θάνατό της, η ύπαρξη του λειψάνου δημοσιοποιήθηκε, και μάλιστα οι βενεδικτίνες μοναχές καθιέρωσαν το έθιμο να δίνουν ένα κομμάτι από αυτό στους ετοιμοθάνατους ασθενείς ή στις ετοιμόγεννες για καλή γέννα. Όσο όμως και να έκοβαν από αυτό, αυτό θαυματουργικά βρισκόταν την άλλη μέρα ανέπαφο, και αυτό γινόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα, μέχρι που ένα κομμάτι του δόθηκε στη βασίλισσα της Βοσνίας. Τότε η θαυματουργική αποκατάσταση του κειμηλίου σταμάτησε. Οι βενεδικτίνες μοναχές, ωστόσο, συνέχισαν την πρακτική της δωρεάς τμημάτων του κειμηλίου, αλλά η Γερουσία του Ντουμπρόβνικ, φοβούμενη την πλήρη απώλεια του λειψάνου, το κατάσχεσε το 1380, και το αποθήκευσε στο θησαυροφυλάκιο του καθεδρικού ναού της πόλης. Κατά τη διάρκεια του μεγάλου σεισμού του 1667, ο καθεδρικός ναός του Ντουμπρόβνικ καταστράφηκε ολοσχερώς. Στο χάος που ακολούθησε, ο βενετός διοικητής των λουμπαρντιέρηδων έκλεψε το κειμήλιο, αλλά για κάποιο λόγο δεν μπορούσε να αποπλεύσει, και η ερωμένη του, φοβούμενη ότι αυτό ήταν εκ Θεού, αποκάλυψε το μυστικό στις αρχές του Ντουμπρόβνικ, οπότε το κειμήλιο κατασχέθηκε και αποθηκεύτηκε προς φύλαξη σε φρούριο της πόλης. Το 1712, μεταφέρεται στον νεόκτιστο καθεδρικό ναό του Ντουμπρόβνικ, όπου και φυλάσσεται μέχρι σήμερα με τον αριθμό LXXXVI ως SACER PANNICULUS CHRISTI.
Ο Καθεδρικός της πόλης Ντουμπρόβνικ, Κροατία |
Από τότε, βγαίνει από το σκευοφυλάκιο του ναού, μόνο μία φορά το χρόνο, την ημέρα εορτής του Αγίου Βλασίου, προστάτη της πόλης του Ντουμπρόβνικ, σε πάνδημη λιτανεία στις οδούς της πόλης.
Η περιφορά των σπαργάνων της Υπαπαντής του Χριστού στο Ντουμπρόβνικ, Κροατία |
Αφότου κατασχέθηκε από τις βενεδικτίνες μοναχές, μονάχα δύο φορές ακόμα αποσπάστηκε κάποιο κομμάτι από το κειμήλιο, το 1396 ως δώρο στον Σιγισμούνδο του Λουξεμβούργου, όταν βρισκόταν στο Ντουμπρόβνικ, και το 1844 στον Πάπα Πίο ΙΧ, ο οποίος το αποθησαύρισε στη Βασιλική του Λατερανού, στη Ρώμη.
Η λειψανοθήκη του κειμηλίου είναι ασημένια και κατασκευάστηκε τον 16ο αι., πιθανότατα στη Νάπολη.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Στο ερώτημα πως βρέθηκε το κειμήλιο αυτό στο Ντουμπρόβνικ, η παράδοση της μετακομιδής του εκεί ακολουθεί ένα μοτίβο, πολύ συχνό στα λείψανα που αποθησαυρίζονται στον ρωμαιοκαθολικό κόσμο.
Το κειμήλιο έρχεται από τους Αγίους Τόπους ή από την βυζαντινή Κωνσταντινούπολη. Παραμένει αφανές για κάποιο διάστημα, πχ κρύβεται και δεν αποκαλύπτεται για σειρά ετών. Σε μεταγενέστερο χρόνο φανερώνεται θαυματουργικά, πχ με κάποιο φως, ιάσεις κτλ. Η φύση του, του τι δηλαδή είναι, αποκαλύπτεται επίσης, πχ με επιστολή, όνειρο κτλ. Θαυματουργεί, πχ αναγεννάται κάθε φορά που το κόβουν. Εμποδίζεται η κλοπή του (furta sacra), συχνότατο φαινόμενο στον Μεσαίωνα, πχ το καράβι δεν μπορεί να αποπλεύσει, ο ληστής τιμωρείται κτλ. Αποθησαυρίζεται σε ισχυρό και καλά φυλασσόμενο μέρος, η δε πρόσβαση σε αυτό είναι από εκεί και πέρα παρά πολύ δύσκολη (πχ κατά τη διάρκεια λιτανείας, μία ή λίγες φορές τον χρόνο ή ακόμα και μία φορά κάθε 7 χρόνια ή και περισσότερα).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου