|
Το σκήνωμα του αγίου Σάββα του Ηγιασμένου ενδεδυμένο με ορθόδοξα άμφια καθ'οδόν γιά να παραδοθεί στην αντιπροσωπεία του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, Βενετία 1965. |
Το 1965 έγινε με πανηγυρικές τελετές η επανακομιδή του ιερού λειψάνου του αγίου Σάββα του Ηγιασμένου στο μοναστήρι του. Το ιερό λείψανο το είχαν κλέψει οι σταυροφόροι της Α' σταυροφορίας (1096 - 1099) μαζί με πολλά άλλα ιερά λείψανα και το μετέφεραν στη Βενετία όπου και το έθεσαν στον ναό του αγίου Αντωνίνου. Εννέα αιώνες περίπου αργότερα έμελλε να επανέλθει και πάλι ο μεγάλος ασκητής της Ορθοδοξίας στο μοναστήρι που ο ίδιος έκτισε.
Πριν την παραλαβή του ιερού λειψάνου είχαν προηγηθεί μεταξύ του Πάπα της Ρώμης Παύλου ΣΤ' και του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Βενέδικτου συνεννοήσεις για τον καθορισμό αντιπροσωπειών, ημερομηνιών, τελετών και άλλων θεμάτων σχετικών με την παράδοση και την παραλαβή.
Από πλευράς Πατριαρχείου Ιεροσολύμων ορίσθηκε η αντιπροσωπεία στην οποία μετείχαν ο Αρχιεπίσκοπος Ιορδάνου (νυν Μητροπολίτης Καισαρείας) κ. Βασίλειος, ο Αρχιμανδρίτης Θεοδόσιος ηγούμενος της Βηθανίας, ο Αρχιμανδρίτης Σεραφείμ ηγούμενος της Λαύρας και ο ιεροδιάκονος (νυν Μητροπολίτης Ναζαρέτ) κ. Κυριακός.
Ο Γέρων Σεραφείμ είχε ιδιαίτερη αγάπη και ευλάβεια στον άγιο Σάββα. Εδιηγείτο στα καλογέρια του μετά την επανακομιδή του ιερού λειψάνου τα εξής: «Ο Πάπας», έλεγε «δεν μας έδωσε το ιερό λείψανο, γιατί μας αγαπούσε, αλλά γιατί συχνά εμφανιζόταν σ' αυτόν και τον ενοχλούσε για να επιστρέψει στο μοναστήρι του. Όταν πέθανε ο Πάπας που δεν έλαβε υπ' όψιν του τον Άγιο, εκείνος εμφανίστηκε και πάλι στον διάδοχό του. Αλλά και στον ναό που βρισκόταν το ιερό λείψανό του θησαυρισμένο μέσα σε γυάλινη λάρνακα χτυπούσε το τζάμι, έκανε φασαρίες, τάραζε τους φύλακες και τους Λατίνους μοναχούς».
Ο άγιος Σάββας, τον οποίο ο Γέρων Σεραφείμ εσέβετο πολύ, ανταπέδωσε την αγάπη του Γέροντος και τον αξίωσε να λάβει μέρος στην επανακομιδή του ιερού σκηνώματός του από τη Βενετία το 1965. Ο μακαριστός πατριάρχης Βενέδικτος είχε τότε αποφασίσει: « Ο ηγούμενος του αγίου Σάββα πρέπει να πάει οπωσδήποτε». Πειράζοντας δε ο πατριάρχης τον Γέροντα Σεραφείμ κάποτε είπε: «Επί της εποχής σου, πάτερ Σεραφείμ, επέστρεψεν ο άγιος Σάββας!», ο δε Γέρων Σεραφείμ αντικρούοντας και ανταποδίδοντας τη φιλοφρόνηση απάντησε: «Όχι, επί της εποχής σας, Μακαριώτατε!».
Παρά τις εκδηλώσεις τιμής και αγάπης εκ μέρους των Λατίνων τόσο στην αντιπροσωπεία όσο και στην Αγιοταφική Αδελφότητα υπήρχε διάχυτη η αμφιβολία εάν οι Δυτικοί απέδιδαν το πραγματικό άγιο λείψανο στην ορθόδοξη αντιπροσωπεία. Όταν η ορθόδοξη αντιπροσωπεία μετά από το μακρύ και κοπιαστικό ταξίδι έφθασε στον ναό του αγίου Αντωνίνου, ο Γέρων Σεραφείμ παρατηρούσε, προς έκπληξη των υπολοίπων, με ιδιαίτερη επιμονή το ιερό λείψανο, σαν να έψαχνε να βρει κάποιο σημάδι που να πιστοποιεί την αυθεντικότητά του. Κάποια στιγμή με έκδηλη χαρά φώναξε στους υπόλοιπους: «Πατέρες, είναι το πραγματικό λείψανο». Πιστοποίησε τη γνησιότητα από το γεγονός ότι έλειπε το ένα από τα δύο μάτια. Γνώριζε ο π. Σεραφείμ από παλαιά συναξάρια της Λαύρας ότι οι μονοφυσίτες στα χρόνια του αγίου Σάββα σε μια διαμάχη που είχαν μαζί του για την ορθή πίστη τού είχαν βγάλει το μάτι. Από εκείνη τη στιγμή δεν απομακρύνθηκε από αυτό. Ακόμη και όταν το αεροπλάνο διανυκτέρευσε στην Αθήνα, για να προσκυνήσουν επί του αεροπλάνου οι αναμένοντες αυτό πιστοί, ο Γέρων παρέμεινε μόνος όλη τη νύχτα φύλακας του ιερού λειψάνου, ενώ η υπόλοιπη συνοδεία λόγω του κόπου μετέβη στην Αθήνα για ανάπαυση.
Διηγείται ο Μητροπολίτης Ναζαρέτ ότι καθ' όλο το διάστημα που ο Γέρων Σεραφείμ στεκόταν φρουρός δίπλα στο άγιο λείψανο, έδιδε τόσο στον ίδιο όσο και στα υπόλοιπα μέλη της αντιπροσωπείας την αίσθηση ότι ανάμεσά τους γινόταν κάτι σαν μυστική συνομιλία, σε σημείο που να εντυπωσιάζονται και να θαυμάζουν το γεγονός.
Όμως δεν άργησε να παρουσιασθεί ο μεγάλος προβληματισμός: πως δηλαδή θα γινόταν η αλλαγή των ενδυμάτων του ιερού λειψάνου βάσει των συμφωνηθέντων.
Συγκεκριμένα μετά την αρπαγή του ιερού λειψάνου από το μοναστήρι, οι Λατίνοι στη Βενετία το έντυσαν με ενδύματα Λατίνου ιερέως, ενώ τα χέρια του αγίου Σάββα ήταν σταυροειδώς επί του στήθους του. Μετά από εννέα περίπου αιώνες, η ακαμψία του σώματος δεν επέτρεπε την αλλαγή της λατινικής περιβολής με τα ράσα του Ορθόδοξου κληρικού, με το πετραχήλι και το μοναχικό σχήμα που είχε φέρει μαζί της η αντιπροσωπεία για τον σκοπό αυτόν.
Διαβάστε περισσότερα παρακάτω: