Όταν ο Σουλεϊμάν Α΄, κοινώς γνωστός ως Σουλεϊμάν Α΄ ο Μεγαλοπρεπής, κατέλαβε τον Αύγουστο του 1521 μετά από σειρά βαρέων βομβαρδισμών το Βελιγράδι που το υπερασπιζόταν μια φρουρά μόλις 700 ανδρών, περιήλθαν στην κατοχή του οι θησαυροί των Σέρβων βασιλέων, ανάμεσα στα οποία ήταν και τα 'άγια των αγίων' τους, δηλ τα κειμήλια και τα άγια λείψανα που κατείχαν.
Ανάμεσα στα κειμήλια ήταν και μια χρυσεπάργυρη θήκη κάπου μισό μέτρο, μια λειψανοθήκη που περιείχε το δεξί χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Αυτήν την λειψανοθήκη του ιδρυτή της Κωνσταντινούπολης δώρισε ο Σουλεϊμάν Α΄ στον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία Α΄ σε τελετή που ίσως και να έγινε στη Μονή Παμμακάριστου, έδρα τότε του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ Ο ΥΠΕΡΑΓΑΘΟΣ, ψηφιδωτό της κόγχης του παρεκκλησίου της Μονής Παμμακάριστου. |
Διαβάστε περισσότερα παρακάτω:
Η λειψανοθήκη με το χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου. |
Το 1588, ο Ιερεμίας Β΄, ο επιλεγόμενος Τρανός, ο οποίος περιόδευε στη Ρωσία για εκκλησιαστικές υποθέσεις, χάρισε τη λειψανοθήκη στον Τσάρο Φιόντορ (Θεόδωρο) Α΄ Ιωάννοβιτς, ο οποίος τιμάται σήμερα ως άγιος από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Μέχρι την εποχή του Ιβάν (Ιωάννη) Δ΄ της Ρωσίας, γνωστότερου με το προσωνύμιο Τρομερός, ο οποίος ήταν πατέρας του Φιόντορ (Θεόδωρου) Α΄ Ιωάννοβιτς, λίγα πράγματα ήταν γνωστά για τον Μεγάλο Κωνσταντίνο στη Ρωσία και υπήρχε μόλις ένα μικροσκοπικό λείψανό του στο Κρεμλίνο.
Αυτό όμως θα αλλάξει με τον Ιβάν τον Τρομερό, ο οποίος επονομάστηκε και Νέος Κωνσταντίνος, και η στέψη του ως Τσάρου, τίτλος που αναγνωρίστηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, νομιμοποίησε τη Ρωσία και τους Τσάρους της ως τη δεσπόζουσα δύναμη σε ολόκληρο τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό.
Η λειψανοθήκη με το λείψανο του δεξιού χεριού του Μεγάλου Κωνσταντίνου τοποθετήθηκε από εκεί και πέρα στο κειμηλιαρχείο του Καθεδρικού Ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κρεμλίνο και θα σχηματίσει μαζί με άλλα λείψανα και κειμήλια την υπερπολυτιμότερη συλλογή αγίων λειψάνων που κατείχε και ίσως κατέχει ακόμα η Ρωσία.
Ο Καθεδρικός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κρεμλίνο της Μόσχας. |
Η λειψανοθήκη έχει διαστάσεις 38 χ 4,3 χ 3 εκ, με επίμηκες σχήμα που στενεύει στη μια πλευρά, είναι χρυσεπάργυρη (ο πυθμένας και τα πλαϊνά τοιχώματα της λειψανοθήκης είναι από μασίφ ασήμι), έχει αρθρωτό κάλυμμα και χαρακτηριστικό της είναι ότι δεν φέρει παραστάσεις, αλλά είναι κατάφορτη από επιγραφές (τέσσερεις στο σύνολο). Μια επιγραφή αποδίδει το λείψανο στον Μέγα Κωνσταντίνο και οι υπόλοιπες είναι τρία τροπάρια από την εορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (21 Μαΐου).
Η λειψανοθήκη με το χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου. |
Η λειψανοθήκη με το χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου και τα τροπάρια. |
Σύμφωνα με τα αρχεία του Καθεδρικού Ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το 1723, στη λειψανοθήκη υπήρχε ένα μακρύ οστό (βραχιόνιο;), του οποίου είχαν πάρει ένα κομμάτι από τη μια άκρη του.
Σύμφωνα με την Elena Morshakova που το περιέγραψε πρόσφατα (το 2000), η λειψανοθήκη είναι του 14ου αιώνα πιθανότατα από σερβικό εργαστήριο. Είναι μάλιστα η αρχαιότερη λειψανοθήκη τύπου σαρκοφάγου που υπάρχει στο Κρεμλίνο, ενώ πρόσφατα εμφανίστηκε σε έκθεση στη Ρωσία.
Η λειψανοθήκη με το χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου (κάτω) από πρόσφατη έκθεση εκκλησιαστικών θησαυρών της Ρωσίας. |
Η λειψανοθήκη με το χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου. |
Τι άραγε να σκέφτονταν όλα αυτά τα πρόσωπα της ιστορίας (οι τέσσερεις πρωταγωνιστές), όταν κρατούσαν τον βραχίονα του Μεγάλου Κωνσταντίνου στα χέρια τους;
Το δεξί χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου στην ιστορία
Μετά ἀπό μιά σειρά διαφόρων ἱστορικῶν γεγονότων ὁ Μέγας Κωνσταντίνος συγκρούεται μέ τόν Μαξέντιο, υἱό τοῦ Μαξιμιανοῦ, ὁ ὁποῖος ἐπλεονεκτοῦσε στρατηγικά, ἐπειδή διέθετε τετραπλάσιο στράτευμα καί ὁ στρατός τοῦ Κωνσταντίνου ἦταν ἤδη καταπονημένος.
᾿Από τήν πλευρά του ὁ Μέγας Κωνσταντίνος εἶχε κάθε λόγο νά αἰσθάνεται συγκρατημένος. Δέν εἶχε καμία ἄλλη ἐπιλογή ἐκτός ἀπό τήν ἐπίκληση τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ. ῎Ηθελε νά προσευχηθεῖ, νά ζητήσει βοήθεια, ἀλλά καθώς διηγεῖται ὁ ἱστορικός Εὐσέβιος, δέν ἤξερε σέ ποιόν Θεό νά ἀπευθυνθεῖ. Τότε ἔφερε νοερά στή σκέψη του ὅλους αὐτούς πού μαζί τους συνδιοικοῦσε τήν αὐτοκρατορία. ῞Ολοι τους, ἐκτός ἀπό τόν πατέρα του, ἐπίστευαν σέ πολλούς θεούς καί ὅλοι τους εἶχαν τραγικό τέλος. ῎Αρχισε, λοιπόν, νά προσεύχεται στόν Θεό, ὑψώνοντας τό δεξί του χέρι καί ἱκετεύοντάς Τον νά τοῦ ἀποκαλυφθεῖ. ᾿Ενῶ προσευχόταν, διαγράφεται στόν οὐρανό μία πρωτόγνωρη θεοσημία. Περί τίς μεσημβρινές ὧρες τοῦ ἡλίου, κατά τό δειλινό δηλαδή, εἶδε στόν οὐρανό τό τρόπαιο τοῦ Σταυροῦ, πού ἔγραφε «τούτῳ νίκα».
...θεὸν ἀνεζήτει βοηθόν, τὰ μὲν ἐξ ὁπλιτῶν καὶ στρατιωτικοῦ πλήθους δεύτερα τιθέμενος (τῆς γὰρ παρὰ θεοῦ βοηθείας ἀπούσης τὸ μηθὲν ταῦτα δύνασθαι ἡγεῖτο), τὰ δ' ἐκ θεοῦ συνεργίας ἄμαχα εἶναι καὶ ἀήττητα 1.27.2 λέγων. ἐννοεῖ δῆτα ὁποῖον δέοι θεὸν βοηθὸν ἐπιγράψασθαι, ζητοῦντι δ' αὐτῷ ἔννοιά τις ὑπεισῆλθεν, ὡς πλειόνων πρότερον τῆς ἀρχῆς ἐφαψαμένων οἱ μὲν πλείοσι θεοῖς τὰς σφῶν αὐτῶν ἀναρτήσαντες ἐλπίδας, λοιβαῖς τε καὶ θυσίαις καὶ ἀναθήμασι τούτους θεραπεύσαντες, ἀπατηθέντες τὰ πρῶτα διὰ μαντειῶν κεχαρισμένων χρησμῶν τε τὰ αἴσια ἀπαγγελλομένων αὐτοῖς τέλος οὐκ αἴσιον εὕραντο, οὐδέ τις θεῶν πρὸς τὸ μὴ θεηλάτοις ὑποβληθῆναι καταστροφαῖς δεξιὸς αὐτοῖς παρέστη, μόνον δὲ τὸν ἑαυτοῦ πατέρα τὴν ἐναντίαν ἐκείνοις τραπέντα τῶν μὲν πλάνην καταγνῶναι, αὐτὸν δὲ τὸν ἐπέκεινα τῶν ὅλων θεόν, διὰ πάσης τιμήσαντα ζωῆς, σωτῆρα καὶ φύλακα τῆς βασιλείας 1.27.3 ἀγαθοῦ τε παντὸς χορηγὸν εὕρασθαι. ταῦτα παρ' ἑαυτῷ διακρίνας εὖ τε λογισάμενος, ὡς οἱ μὲν πλήθει θεῶν ἐπιθαρρήσαντες καὶ πλείοσιν ἐπιπεπτώκασιν ὀλέθροις, ὡς μηδὲ γένος μηδὲ φυὴν μὴ ῥίζαν αὐτοῖς, μηδ' ὄνομα μηδὲ μνήμην ἐν ἀνθρώποις ἀπολειφθῆναι, ὁ δὲ πατρῷος αὐτῷ θεὸς τῆς αὐτοῦ δυνάμεως ἐναργῆ καὶ πάμπολλα δείγματα εἴη δεδωκὼς τῷ αὐτοῦ πατρί, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἤδη καταστρατεύσαντας πρότερον τοῦ τυράννου διασκεψάμενος σὺν πλήθει μὲν θεῶν τὴν παράταξιν πεποιημένους αἰσχρὸν δὲ τέλος ὑπομείναντας· ὁ μὲν γὰρ αὐτῶν σὺν αἰσχύνῃ τῆς συμβολῆς ἄπρακτος ἀνεχώρει, ὁ δὲ καὶ μέσοις αὐτοῖς τοῖς στρατεύμασι κατασφαγεὶς πάρεργον ἐγένετο θανάτου· ταῦτ' οὖν πάντα συναγαγὼν τῇ διανοίᾳ, τὸ μὲν περὶ τοὺς μηθὲν ὄντας θεοὺς ματαιάζειν καὶ μετὰ τοσοῦτον ἔλεγχον ἀποπλανᾶσθαι μωρίας ἔργον ὑπελάμβανε, τὸν δὲ πατρῷον τιμᾶν μόνον ᾤετο δεῖν θεόν. 1.28.1 Ἀνεκαλεῖτο δῆτα ἐν εὐχαῖς τοῦτον, ἀντιβολῶν καὶ ποτνιώμενος φῆναι αὐτῷ ἑαυτὸν ὅστις εἴη καὶ τὴν ἑαυτοῦ δεξιὰν χεῖρα τοῖς προκειμένοις ἐπορέξαι. εὐχομένῳ δὲ ταῦτα καὶ λιπαρῶς ἱκετεύοντι τῷ βασιλεῖ θεοσημεία τις ἐπιφαίνεται παραδοξοτάτη, ἣν τάχα μὲν ἄλλου λέγοντος οὐ ῥᾴδιον ἦν ἀποδέξασθαι, αὐτοῦ δὲ τοῦ νικητοῦ βασιλέως τοῖς τὴν γραφὴν διηγουμένοις ἡμῖν μακροῖς ὕστερον χρόνοις, ὅτε ἠξιώθημεν τῆς αὐτοῦ γνώσεώς τε καὶ ὁμιλίας, ἐξαγγείλαντος ὅρκοις τε πιστωσαμένου τὸν λόγον, τίς ἂν ἀμφιβάλοι μὴ οὐχὶ πιστεῦσαι τῷ διηγήματι; μάλισθ' ὅτε καὶ ὁ μετὰ ταῦτα χρόνος ἀληθῆ τῷ 1.28.2 λόγῳ παρέσχε τὴν μαρτυρίαν. ἀμφὶ μεσημβρινὰς ἡλίου ὥρας, ἤδη τῆς ἡμέρας ἀποκλινούσης, αὐτοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν ἔφη ἐν αὐτῷ οὐρανῷ ὑπερκείμενον τοῦ ἡλίου σταυροῦ τρόπαιον ἐκ φωτὸς συνιστάμενον, γραφήν τε αὐτῷ συνῆφθαι λέγουσαν· τούτῳ νίκα. θάμβος δ' ἐπὶ τῷ θεάματι κρατῆσαι αὐτόν τε καὶ τὸ στρατιωτικὸν ἅπαν, ὃ δὴ στελλομένῳ ποι πορείαν συνείπετό τε καὶ 1.29.1 θεωρὸν ἐγίνετο τοῦ θαύματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου